Yafca Art | Platforms Project 2018
15800
page-template-default,page,page-id-15800,ajax_updown,page_not_loaded,,qode-title-hidden,qode-theme-ver-13.4,qode-theme-bridge,disabled_footer_bottom,wpb-js-composer js-comp-ver-5.4.5,vc_responsive

Dyed dreams still green

Ανθίζουν άραγε ακόμη τα βαμμένα όνειρα;

 

Ο ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΩΣ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΚΑΙ ΩΣ ΥΠΟΣΧΕΣΗ

Κρατάμε μέσ’ στα χέρια μας τα πρόσωπά μας
Και βλέπουμε χρωματιστές εκτάσεις
Οι σκέψεις μας γίνονται γεννιούνται
Στην κάθε μας ματιά.
Δεν άνθησαν ματαίως τόσα θαύματα
Η χάρη τους είναι ψηλή περιπλοκάδα
Που σφίγγει τα μελλούμενα και την ζωή μας
Μέσα στ’ αστέρια.
Ανδρέας Εμπειρίκος, 1901-1975-”Ενδοχώρα”
(1945)

 

O ενδιάθετος οπτικός ριζοσπαστισμός, η πιο χαρακτηριστική ποιότητα του «υψηλού» μοντερνιστικού ιδιώματος, ανιχνεύεται σήμερα όλο και πιο δύσκολα στην πληθωρική παραγωγή της σύγχρονης τέχνης. Διαβιεί στα έργα λαθραία, στερημένος από τα δικαιώματα που κατέκτησαν για λογαριασμό της τέχνης οι ιστορικές πρωτοπορίες, με όσα του αναγνωρίζει κατά περίσταση, ένα κατά βάση συντηρητικό milieu, εννοώντας με αυτό τον όρο, τους ανθρώπους, τις φυσικές και τις κοινωνικές συνθήκες και τα γεγονότα που συγκροτούν το περιβάλλον μέσα στο οποίο ένας καλλιτέχνης μπορεί να ζήσει και να αναπτυχθεί. Κρύβεται στην απροσδιοριστία των έργων, ενίοτε και στην εννοιολογική τραχύτητά τους όπως κρύβονται οι ερημίτες στα φρικτά αγιορείτικα Καρούλια. Βαθμιαία πετρώνει, στο τέλος μεταμορφώνεται σε «κέλυφος, κλεισμένο μέσα στην πέτρα του κελύφους» όπως χαρακτήριζε ο Samuel Beckett την πιο προχωρημένη ζωγραφική του καιρού του.

 

Στον τόπο μας, ο ζωγραφικός μοντερνισμός, στερείται τόσο από την αναγκαία θεσμική στήριξη όσο και από ουσιαστική κριτική αναπλαισίωση. Συνεχίζει την πορεία του αυτοπροωθούμενος, όπως κάποτε πριν από αυτόν η ζωγραφική των Bram και Geer Van Velde, του Wols και του Fautrier. Αυτοί οι ζωγράφοι εργάστηκαν για καιρό χωρίς την παραμικρή προσοχή από τη μεριά της επίσημης κριτικής. Έμειναν απομονωμένοι και αποξενωμένοι στο μεταπολεμικό Παρίσι από το οποίο κατά τον ιστορικό της τέχνης Serge Guilbaut, η Νέα Υόρκη έκλεψε την ιδέα του ζωγραφικού μοντερνισμού στερώντας από την πόλη και τους καλλιτέχνες της κάθε πραγματική προοπτική ανανέωσης.
Στον τόπο μας η ζωγραφική των νεότερων ομολόγων τους επιμένει και σήμερα να μιλά, χωρίς όμως η φωνή της να μπορεί να διαβεί το κατώφλι της κοινής συνείδησης. Ο ουδός της συνολικής της παραγωγής, δηλαδή η ελάχιστη απαιτούμενη ένταση των ερεθισμάτων που απαιτείται ώστε αυτά να γίνουν αντιληπτά με σαφήνεια, είναι οριακά χαμηλός, σχεδόν μεταβατικός, πνίγεται στην τεράστια ποσότητα λευκού θορύβου που ξεχειλίζει σαν αφρός από τα άθλια τοπικά ΜΜΕ και το διαδίκτυο. Ταυτόχρονα μορφές οπτικής επικοινωνίας ισχυρότερες από τη ζωγραφική -τα λεγόμενα νέα μέσα- αναδύονται. Απευθύνονται στους νέους καλλιτέχνες, τους σαγηνεύουν και επικρατούν.

 

Μαθημένη στα δύσκολα η νεωτερική ζωγραφική, αυτή η επίμονη τέχνη της αποστέρησης, εξακολουθεί ακόμη να μιλά, ή έστω να τραυλίζει, στη δική της γλώσσα που είναι παρόμοια με τη βουβή γλώσσα των πραγμάτων. Όμως, παρά τη συμπάθεια που δικαιούται για τον κόπο και τον κάματό της, ανακύπτουν σοβαρά ερωτήματα που την αφορούν. Μπορεί, αυτή η σχεδόν εξαντλημένη τέχνη να γίνει ξανά το σπίτι των ζωγράφων; Είναι σήμερα δυνατό να δοθεί αποτελεσματικά η μάχη για τη διάσωση μιας τέχνης, της οποίας οι συντακτικές προϋποθέσεις έχουν σχεδόν συντριβεί και της οποίας η εξέλιξη περνά σε μια αρνητική, πιθανότατα μη αντιστρέψιμη φάση; Ποια είναι η αντικειμενική ποιότητα των έργων της; Ποια είναι η κατάστασή τους; Είναι μήπως τα προϊόντα της ληξιπρόθεσμα, μια αποθήκη από χαοτικά σκουπίδια, μια ανεπιθύμητη συσσώρευση από εξαντλημένα, άστοχα υλικά τα οποία βαραίνουν αντί να απελευθερώνουν την υποκειμενικότητα; Είναι οι οπτικές ποιότητες αυτών των debris παραπλανητικοί αντικατοπτρισμοί, ή μήπως παρά το ζόρικο, αποσπασματικό και αινιγματικό χαρακτήρα τους και ίσως εξ αιτίας αυτού, αποτελούν τα μόνα ασφαλή σήματα για την επιβίωση της κριτικής όρασης κατά τη μακρά όπως προβλέπεται διάρκεια της περιπλάνησης της στην ιστορική και κοινωνική έρημο;

 

Η ατμόσφαιρα της μεγάλης πόλης, έγραφε ο Καρλ Μαρξ, απελευθερώνει. Ο πληθωρικός χαρακτήρας των οπτικών θραυσμάτων και των φαντασμαγοριών της μητρόπολης είναι σήμερα και καταστροφή, αλλά και ελπίδα για αυτές τις εικόνες δευτέρας τάξεως που συγκροτούν τον αντάρτικο χαρακτήρα της πλέον συνειδητής σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής. Τα αναρίθμητα οπτικά στοιχεία της ψηφιακής εποχής και της κοινωνίας της πληροφορίας που χαρακτηρίζουν σήμερα μια εποχή πλούσια και θλιβερή ταυτόχρονα, μετατρέπονται στη συνείδηση του καλλιτέχνη σε δηλητήρια που προκαλούν την ειδική κρίση της καλλιτεχνικής μορφής, πυροδοτώντας ταυτόχρονα και την αντίρροπη αντίληψη της γενικότερης κρίσης ως καλλιτεχνικής μορφής. Αυτά τα κακορίζικα ένζυμα εισέρχονται στην ανίσχυρη συνείδηση από παντού και την πλημυρίζουν. Για να μπορέσει κανείς να προστατευθεί από τον τοξικό κατακλυσμό πρέπει να είναι τουλάχιστον “τυφλός” και πάλι αυτό δεν αρκεί! Η διάδρασή τους, ο δυναμικός τους χαρακτήρας και η διαλεκτική τους σχέση με την απαιτητική καλλιτεχνική εργασία, αποδίδουν καρπούς εν καιρώ. Κάποτε τελικά μεταμορφώνονται, θεραπεύουν τα τραυματισμένα, ασήμαντα και σιωπηλά εφήμερα που συγκροτούν την βασανιστική καθημερινότητα μας και τα απελευθερώνουν για το βλέμμα.

 

Υπάρχει ασφαλώς διακύμανση και στον τρόπο και στο βαθμό πρόσληψης και αποδοχής της νεωτερικής τέχνης. Η διακύμανση είναι ανάλογη με τον τόπο και με την εποχή που την υποδέχεται και με τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της. Τα εκφραστικά μέσα της, επισημαίνει ο Γερμανός σκηνοθέτης και συγγραφέας, Alexander Kluge, μας επιβάλλονται. Σήμερα μας διαλέγουν, δεν τα διαλέγουμε εμείς. Η επίμονη ζωγραφική εκπαίδευση παραμένει ακόμη παρόλα αυτά -μέχρι νεωτέρας- και στον τόπο μας, η κύρια προϋπόθεση για τη παραγωγή τέχνης. Αυτή η παιδεία ξεχωρίζει αποφασιστικά το ριζοσπαστικό χαρακτήρα του ζωγραφικού μοντερνισμού από τον απλώς αντιπαραδοσιακό, ισχυρό χαρακτήρα των λεγόμενων νέων μέσων έκφρασης και του σωσμού των ψηφιακών εικόνων τα οποία συνδυασμένα συγκροτούν τα νέα οπτικά συστήματα που εποικούν τη δημόσια σφαίρα. Η ευκταία διερεύνηση αυτής της κρίσιμης διαφοράς περιλαμβάνει την ανάγκη της αναπόφευκτης εκτροπής της ιδέας της Μνημοσύνης προς τα πεδία της ορατής νεωτερικότητας, πολύ πέρα δηλαδή από την αρχική της χρήση από τον Aby Warburg ως οδηγού εξερεύνησης του Αναγεννησιακού οπτικού θησαυρού, ώστε να αναδειχθεί η Pathosformel, δηλαδή η οπτική γλώσσα του πάθους που δένεται με την βιαιότητα των χειρονομιών.

 

Είναι αναγκαίο σήμερα να ανακτήσουμε αυτό το πολύτιμο εργαλείο, ώστε να μπορέσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε για το μέλλον, τα αινίγματα των διαλεκτικών εικόνων του παρόντος. Αυτή η υψηλού ρίσκου, επίπονη διαδικασία λειτουργεί για τους καλλιτέχνες απελευθερωτικά. Στο μυστικό αλλά δραστήριο εργοτάξιο της οπτικής συνείδησή τους, τόπο διαρκούς σύντηξης και ώσμωσης αλληλοεπιδρώντων και συχνά αντιφατικών ερεθισμάτων και στοιχείων, η διαντίδρασή τους παράγει τα αναγκαία ένζυμα που ενεργούν ως καταλύτες.

 

Τα έργα τέχνης που παράγονται με αυτή τη διαδικασία ίσως καταφέρουν να επιφέρουν τελικά, ίσως και όχι, τις αναγκαίες αντιδράσεις, κοινωνικού, ενδεχομένως και βιολογικού χαρακτήρα, τόσο στην ατομική όσο και στη δημόσια συνείδηση. Η διαδικασία αυτή όμως, συσσωρεύει απροσδόκητα πλεονάσματα αύρας στα νεωτερικά έργα τέχνης διαφορετικού τύπου, που έτσι και αλλιώς φέρουν ακόμη τα παραδοσιακά ομόλογα τους. Αυτή, η σχεδόν ξεχασμένη, λειτουργία της πρώτης περιόδου του μοντερνισμού επιτελείται υπόγεια και άτακτα σήμερα, αφήνοντας πίσω της ελάχιστα θολά και ασαφή πολυαισθητηριακά ίχνη.

 

Η ψηφιακή εποχή, αυτός ο μη-τόπος εξαφάνισης των δυνητικών διαλεκτικών εικόνων, βρίθει από τεράστιους αριθμούς αναδυόμενων φαντασματογοριών. Κάποτε αυτές σκάνε σαν τα πυροτεχνήματα. Εμφανίζεται στιγμιαία τότε για τον προσεκτικό παρατηρητή, παρά τον παραπλανητικό κρότο και τη λάμψη, ο αστερισμός της δυνατότητας δημιουργίας μιας ευκταίας, ριζικά ανανεωμένης οπτικής κουλτούρας που αφορά στο μέλλον. Αυτοί οι σχηματισμοί, πριν καν οριστικοποιηθούν σε στοιχειώδη οπτικότητα, καταρρέουν και εξαφανίζονται χωρίς να αφήσουν στους νευρώνες το παραμικρό χωρικό ίχνος, ή τη στοιχειώδη έστω αναπαράσταση της παρουσίας τους. Αυτόματα και απόλυτα, με την πρώτη αψιμαχία που επιχειρούν οριστικοποιούνται καθολικά και ανέκκλητα.

 

Κάποτε όμως, αυτοί οι αθέατοι σχηματισμοί συνάπτουν προσωρινή εκεχειρία με την καταστροφή και το θάνατο. Ανταλλάσσουν μεταξύ τους δώρα ώστε να εξευμενίσουν αλλήλους. Με τον τρόπο αυτό εκχωρούν στην ιστορική αναγκαιότητα την κυριαρχία πάνω στον εαυτό τους και στους άλλους. Παραχωρούν στη μνήμη και στην παρατήρηση προτεραιότητα για την έξοδο από τον Κρανίου Τόπο που συνιστά η καθολική οπτική αδιαφορία. Εγγράφονται με αυτόν τον τρόπο στη συνείδηση ως εν δυνάμει έργα τέχνης. Στο τέλος της ιστορίας, διασώζονται για λογαριασμό μας από τη λήθη -αν είμαστε τυχεροί- με πονηριά και επιδεξιότητα από εκείνους τους καλλιτέχνες οι οποίοι με την ίδια χειρονομία που τα προσφέρουν ως δώρα στη δημόσια σφαίρα, τα αποστερούν από τον εαυτό τους.

 

Οι καλλιτέχνες από την ανοικτή ομάδα Y.A.F.C.A. (Yearn to Abstract Form Cube Analysis) που συμμετέχουν με έργα τους στο πρότζεκτ …dyed dreams still green είναι οι: Μαρία Αλεξάνδρου, Ρένα Βαμβουκάκη, Δέσποινα Ζηλίδου, Βλάσης Κότιος, Ανδρέας Λάσκαρης, Μαρία Νικητοπούλου, Κώστας Ντουλματζής, Αναστασία Παπαδάκη, Νίνα Προύσαλη, Πέτρος Σουφλερός, Τριαντάφυλλος Τρανός, Τζένη Φαλιαρίδου, Κωνσταντίνος Φωτίου, Στέλιος Χριστοφοράκης, Χαρούλα Χρύσογλου.

 

Τριαντάφυλλος Τρανός
Θεσσαλονίκη, Μάϊος 2018

Platforms Project 2018

INDEPENDENT ART FAIR

 

Εκθεσιακός χώρος «Νίκος Κεσσανλής» της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών

Διάρκεια: 17 – 20 / 5 / 2018

Artists

Μαρία Αλεξάνδρου
Ρένα Βαμβουκάκη
Δέσποινα Ζηλίδου
Βλάσης Κότιος
Ανδρέας Λάσκαρης
Μαρία Νικητοπούλου
Κώστας Ντουλματζής
Αναστασία Παπαδάκη
Νίνα Προύσαλη
Πέτρος Σουφλερός
Τριαντάφυλλος Τρανός
Τζένη Φαλιαρίδου
Κωνσταντίνος Φωτίου
Στέλιος Χριστοφοράκης
Χαρούλα Χρύσογλου

Επιμέλεια

Y.A.F.C.A. – Τριαντάφυλλος Τρανός